Κωνσταντίνος Μαντζάνας
- Συντάκτης Αντώνης Παναγιωτόπουλος-Πιπεριάν
Προηγούνται πολλά (νοητά) ααα, χμμ, εεε και κάποιες στιγμές αμηχανίας μπροστά στην κενή σελίδα του word, πριν αρχίσω να γράφω.
Κατ’αρχάς και όπως και ν’ακούγεται αυτό, μάλλον πρέπει να προσδιορίσω αυτό που κάνω. Θα συστηθώ λοιπόν ως ζωγράφος, αν και δεν με καλύπτει πλήρως αφού δεν κάνω μόνο ζωγραφική, αλλά προς το παρόν θα είναι αρκετό. Θα μπορούσα να πω “καλλιτέχνης”, αλλά επειδή σαν ορισμός προϋποθέτει το ωραίο (τι είναι ωραίο και τι όχι είναι μεγάλη κουβέντα) με κάνει να νιώθω επίσης άβολα.
Συν τοις άλλοις και όσο cliche και να είναι, η λέξη πάντα μου έφερνε στο μυαλό κάτι τύπους που κοιτάνε νωχελικά το άπειρο (όχι, δεν έχει τίποτα εκεί) και μιλάνε με παθιασμένη φωνή για – οποιουδήποτε είδους – τέχνη, ενώ εσύ κρατιέσαι να μη γελάσεις. Ή να τους λιώσεις το κεφάλι στον τοίχο. Ή και τα δύο. Ταυτόχρονα.
Θα μπορούσα επίσης να πω ότι προτιμώ το “artist” σαν λέξη, επειδή δεν περιέχει ιδιαίτερους περιορισμούς, αλλά δεν γίνεται να συστηθείς έτσι γιατί πολύ απλά θα σε πάρουν με τις πέτρες (και θα’χουν και δίκιο).
Επίσης το να μιλάς για αυτό που κάνεις δεν είναι κάτι εύκολο. Ακόμα θυμάμαι το τρακ που είχα την πρώτη φορά που έπρεπε να παρουσιάσω κατά κάποιο τρόπο επίσημα την δουλειά μου, μπροστά σε όλη την τάξη, κατά τη διάρκεια του master στην Αγγλία. Λέω πρώτη φορά γιατί όσο ήμουν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στην Κατάνια, Ιταλία, η κριτική και ανάλυση
των έργων γινόταν μέσω καθημερινών συζητήσεων με καθηγητές και συμφοιτητές, φίλους και γνωστούς – και όταν βέβαια είχαμε εξαντλήσει τα πάντα περί sex, booze and rock‘n’roll.
Θα προσπαθήσω λοιπόν να είμαι όσο πιο απλός και σαφής γίνεται.
Σαν βάση της τεχνικής μου – αυτόν τον καιρό τουλάχιστον – χρησιμοποιώ το collage, με το οποίο ασχολήθηκα ήδη από τον πρώτο καιρό που ήμουν στην Ακαδημία – ίσως και πιο πριν. Η ιδέα ήταν να κάνω κάτι διαφορετικό, ξεφεύγοντας από τα πλαίσια της συμβατικής ζωγραφικής, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι με το collage ανακάλυψα τον τροχό! Ήταν όμως μια αρχή.
Όπως και να΄χει, αυτό που ανακάλυψα ήταν το ενδιαφέρον μου για τα μη παραδοσιακά υλικά και αντικείμενα που έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα στην τέχνη. Από τα collages και assemblages του Braque και του Picasso, στον Scwhitters και τα ready-made του Duchamp, στην Arte Povera της Ιταλίας, στα ρεύματα και τους καλλιτέχνες των 60s και 70s, κοκ.
Σταδιακά τα collages μου έγιναν πιο αυτόνομα και όχι απλά μία βάση που μετά ζωγραφιζόταν. Χρησιμοποιώ ακόμα χρώμα, αλλά δεν είναι το βασικό στοιχείο. Επίσης για κάποια περιόδο εγκατέλειψα τελείως την ζωγραφική και στράφηκα σε “γλυπτά” και εγκαταστάσεις με καθημερινά υλικά και αντικείμενα, που σε άλλη περίπτωση προορίζονταν για τα σκουπίδια – ή ήταν ήδη εκεί. Δεν αποκλείω ότι κάποια στιγμή θ’ασχοληθώ ξανά με αυτήν την πλευρά.
Η σημερινή μου δουλειά είναι αποτέλεσμα της “περιόδου του υπογείου”, όπως την αποκαλώ κοροϊδευτικά. Περίπου έναν χρόνο πριν και μετά από ένα κάπως αποτυχημένο δεύτερο πτυχίο, ξεκινάω να δουλεύω (να ζωγραφίζω αν προτιμάτε) σε ένα υπόγειο-αποθήκη στην Χαλκίδα. Μηδέν εξαερισμός, μία λάμπα και η μηχανή του ασανσέρ δίπλα. Απλά τέλειο! Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αφιερωνόμουν και πάλι σε αυτό που θεωρώ την βασική μου ασχολία μετά από μια – ίσως αδικαιολόγητη – παύση (το δεύτερο πτυχίο που λέγαμε), δεν θα με πείραζε αν ήταν και στοιχειωμένο – αν και θα μιλάγαμε για πολύ loser φάντασμα.
Εκεί λοιπόν έχω πράγματα και δουλειές που μαζεύτηκαν με τα χρόνια. Ένα μέρος του παρελθόντος μου θα έλεγε κανείς (τι ρομαντικό). Στην αρχή ξεκίνησα με μικρές παρεμβάσεις σε παλιότερα έργα που κάποια πράγματα δεν με ικανοποιούσαν και σταδιακά αυτό επεκτάθηκε, μέχρι την ακύρωση και ριζική αλλαγή του προηγούμενου έργου. Με απλά λόγια η πρακτική – και μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για collage – θα μπορούσε να περιγραφεί ως “ξεκολλάω, κόβω, σκίζω ότι υπάρχει πάνω και μετά τα ξανακολλάω σε μια άλλη δομή μαζί και με καινούρια κομμάτια.” (Από τον Οδηγό για Νέους και Επίδοξους Καλλιτέχνες).
Όταν τα παλιά έργα που ήθελα να “πειράξω” τελείωσαν, συνέχισα με την ίδια διαδικασία για να φτιάξω καινούριες δουλειές, χρησιμοποιώντας – και κακοποιώντας – ότι έβρισκα και είχα γύρω μου από το “παρελθόν” μου. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο “κανβάς” είναι χαρτόκουτες και τα κομμάτια προέρχονται από περιοδικά ως παλιές εργασίες. Μ’αυτόν τον τρόπο συνεχίζω με την ιδέα του καθημερινού αντικείμενου που μετατρέπεται σε έργο τέχνης (είπα βαριά κουβέντα ή μου φαίνεται;)
Την ίδια ενότητα συνεχίζω και τώρα που είμαι στην Αθήνα, ταυτόχρονα με την ενότητα Νο2, αλλιώς γνωστή και ως “δουλειά γραφείου”. Αυτά είναι μικρότερα collages, πάνω κάτω a4, εξ ου και η ονομασία. Τα κομμάτια προέρχονται από έντυπα και η σύνθεση φτιάχνεται πάνω σε ολόκληρες σελίδες. Άλλη τεχνική, πιο προσεκτική και μαζεμένη, όχι βίαιη και παρορμητική. Και ίσως κάπως surreal όσον αφορά το περιεχόμενο. Είναι μια παράξενη κατάσταση, σχεδόν σχιζοφρενική, με δύο είδη δουλειάς, σε δύο χώρους, στο ίδιο σπίτι. Κατά κάποιο τρόπο όμως λειτουργεί και μπορώ να δηλώσω ικανοποιημένος, ακόμα και από τις αντιδράσεις όσων τα΄χουν δει.
Άντε να πουλήσουμε και τίποτα κάποια στιγμή…
Tags: εικαστικός • καλλιτέχνης