Δημήτρης Μυταράς
- Συντάκτης Αντώνης Παναγιωτόπουλος-Πιπεριάν
διδάσκει ήθος
Ο Δημήτρης Μυταράς γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1934 στη Χαλκίδα. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, έχοντας καθηγητές τον Γιάννη Μόραλη και τον Σπύρο Παπαλουκά. Με υποτροφία του ΙΚΥ σπουδάζει σκηνογραφία στην Ecole Superieure des Arts Decoratifs του Παρισιού. Τα έργα του χαρακτηρίζονται από ένα διάχυτο εξπρεσιονισμό με καθαρά χρώματα και έντονο κινησιακό σχέδιο. Σε κάθε περίοδο του έργου του («Καθρέφτες», «Δικτατορία», «Επιτύμβια», «Πορτραίτα», «Σκηνές θεάτρου») υπάρχει έντονη η διάθεση για κοινωνική κριτική, κάτι που το κάνει και μέσα από τα πολλά γραπτά του, ποιήματα και όχι μόνο. Είναι γνωστό το πάθος και η αγάπη του για τη θάλασσα, μιας και διαθέτει ίσως την αξιολογότερη Συλλογή κοχυλιών στην Ευρώπη. Διετέλεσε καθηγητής της ΑΣΚΤ από το 1975, ενώ πλέον έχει την τιμή του ακαδημαϊκού.
Τι θυμάστε από τη Χαλκίδα των παιδικών σας χρόνων;
Τις αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια στη Χαλκίδα περιέγραψα όσο πιο βιωματικά μπορούσα στο βιβλίο μου «Το σκοτεινό χρονικό». Η εικόνα που έχω σαν παιδί από τη Χαλκίδα δεν μπορεί να συγκριθεί με την εικόνα που έχει η πόλη σήμερα. Τα παιδιά βλέπουν τα πράγματα με έναν τρόπο εντελώς διαφορετικό από αυτόν των μεγάλων. Βίωσα την Κατοχή με έναν τρόπο
που δεν περιγράφεται. Όντας παιδιά, δεν καταλαβαίναμε τι ακριβώς συνέβαινε, ζούσαμε το φονικό στην καθημερινότητά μας, κι έτσι δεν μπορώ να έχω μία αντικειμενική εικόνα της εποχής εκείνης όταν ήμουν 5-6 χρονών. Ήταν μια βία με την οποία εμείς συμβιώναμε, παίζαμε μαζί της. Στα παιχνίδια μας φτιάχναμε χειροβομβίδες και τις πετούσαμε, παίζαμε πετροπόλεμο. Ήταν σίγουρα μια πολύ πιεστική κατάσταση. Η δυστυχία του κόσμου ήταν τόσο μεγάλη, βίωναν μια κατάσταση που δεν μπορούσε να συγκριθεί με κάποια άλλη εποχή, όπου οι άνθρωποι περνούσαν καλύτερα. Ήταν σα να είχες γεννηθεί στο βυθό, ή σε ένα υπόγειο, και να συνήθιζες να ζεις εκεί μέσα χωρίς να γνωρίζεις αν υπάρχει κάτι άλλο.
Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε έξω από το υπόγειο και σας οδήγησε στο να σπουδάσετε στην Καλών Τεχνών;
Τίποτα το συγκεκριμένο. Ξέρεις πώς είναι; Σα να έχεις πέσει σε ένα ποτάμι που σε παρασέρνει. Δεν είχα κάποιο σχέδιο στο μυαλό μου, δεν το είχα φανταστεί. Έπρεπε να μεγαλώσω αρκετά για να καταλάβω ότι το έκανα γιατί απλά δεν μπορούσα να έχω κάνει κάτι άλλο.
Ήταν δηλαδή μόνο το ταλέντο που ήταν τόσο δυνατό ή υπήρξαν κι άλλοι παράγοντες που σας επηρέασαν ή σας βοήθησαν σε αυτή σας την επιλογή;
Καταλαβαίνω ότι οι γονείς μου δεν ήθελαν και πολύ να γίνω ζωγράφος, γιατί πίστευαν, όπως όλος ο κόσμος τότε, ότι κάτι τέτοιο ήταν καταστροφικό. Η ζωγραφική ήταν συνυφασμένη με τη φτώχεια, δεν τη θεωρούσαν επάγγελμα. Γι’ αυτούς ήταν μία πράξη απελπισίας. Σα να σε πετάνε στη θάλασσα και να αρπάζεσαι από ένα σωσίβιο. Όμως, είχα και μια μικρή βοήθεια στον οικογενειακό κύκλο. Ήταν μια θεία μου που είχε έρθει από την Αμερική και η οποία με βοήθησε να τους πείσω για την επιλογή μου, που ήταν να γίνω ζωγράφος. Δεν μου είχαν πολλή εμπιστοσύνη στην αρχή, αλλά στην πορεία φαίνεται πως είδαν τις ικανότητές μου σε αυτό που έκανα και μου έδωσαν την ευκαιρία να δοκιμάσω. Άφησα πίσω τη Χαλκίδα και τους δικούς μου, και κατέβηκα στην Αθήνα.
Ήταν σα να είχες γεννηθεί στο βυθό, ή σε ένα υπόγειο, και να συνήθιζες να ζεις εκεί μέσα χωρίς να γνωρίζεις αν υπάρχει κάτι άλλο.
Πήγατε λοιπόν προς τα κει που σας πήγε το ποτάμι και γνωρίσατε άλλους ανθρώπους, νέα πράγματα.
Μπήκα σε έναν άλλο χώρο και ευτυχώς είχα άμεση ανταπόκριση. Με βοήθησαν πάρα πολύ κάποιοι άνθρωποι και ιδιαίτερα ο Μόραλης, που τον είχα δάσκαλο και στη συνέχεια τον αντικατέστησα στην Καλών Τεχνών. Είχα μια σταθερή ανοδική πορεία, αν εξαιρέσουμε τα χρόνια στο Παρίσι.
Όπου πήγατε με υποτροφία για να σπουδάσετε κάτι ακόμα…
Πράγματι, στο Παρίσι δεν σπούδασα ζωγραφική, αλλά σκηνογραφία. Είχα πάει μαζί με τη σύζυγό μου, η οποία σπούδαζε εσωτερική διακόσμηση και ύφασμα. Κάναμε πράγματα που θα μας φαίνονταν πολύ χρήσιμα αργότερα. Παράλληλα, δουλεύαμε και τη ζωγραφική στο σπίτι μας. Δύσκολη εποχή, όμως, και τα χρήματα πολύ λίγα.
Πώς σας αντιμετώπισαν όταν γυρίσατε;
Όταν επιστρέψαμε τα πράγματα έγιναν ευκολότερα. Μας γνώριζαν πλέον, έκανα και κάποιες εκθέσεις. Είχα άριστες σχέσεις με τους υπόλοιπους συναδέλφους, κάτι που εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα. Είναι αυτοί που με βοήθησαν να γίνω ακαδημαϊκός.
Δεν σκεφτήκατε τότε να γυρίσετε στη Χαλκίδα;
Από τη Χαλκίδα έφυγα 18 χρονών και σχεδόν περιθωριακός. Δεν ήμουν ενταγμένος σε κάποια κοινωνική ομάδα που «φαινόταν». Ελάχιστοι με γνώριζαν, οι περισσότεροι συμμαθητές από το σχολείο. Ακόμα και σήμερα με ρωτάνε αν γνωρίζω πρόσωπα τα ονόματα των οποίων άκουγα όταν ήμουν παιδί, αλλά δεν έτυχε να τους γνωρίσω ποτέ. Άλλωστε, με το που γύρισα από τη Γαλλία με πήραν στη Σχολή Δοξιάδη και παρά το νεαρό της ηλικίας μου με έκαναν επικεφαλής του τμήματος Εσωτερικών Χώρων. Την ίδια περίοδο ο Τάσσος, ο χαράκτης, είχε το τμήμα Γραφικών Τεχνών. Ήταν μια πολύ εποικοδομητική εποχή.
Πώς έκλεισε αυτός ο κύκλος;
Μετά το θάνατο του Δοξιάδη, η σχολή έκλεισε. Η σύζυγός μου έκανε για λίγο μαθήματα στα νεοσύστατα τότε ΤΕΙ, ενώ αμέσως μετά της έγινε η πρόταση για το Εργαστήρι κι έτσι η Χαλκίδα την κέρδισε. Εγώ έγινα καθηγητής στην Καλών Τεχνών και αυτό ήταν κάτι που με σημάδεψε. Ήθελα να κάνω στην Καλών Τεχνών ό,τι είχα μάθει από τη Δοξιάδη, να δουλεύουν όλοι με τον ίδιο ζήλο, με το ίδιο ενδιαφέρον. Εκεί δίδασκα από το 1975 μέχρι τα τέλη του περασμένου αιώνα. Είχα το προκαταρκτικό τμήμα, καθώς και το μεγαλύτερο εργαστήριο. Οι περισσότεροι που πέρασαν από την Καλών Τεχνών εκείνο το διάστημα υπήρξαν μαθητές μου.
…εκείνο που διδάσκεται τελικά είναι το ήθος και όχι οι γνώσεις. Αυτό πήρα κι εγώ από τον Μόραλη, το ήθος του ήταν εκείνο που με έσπρωχνε.
Πόσο σας επηρέασε η σχέση σας με τους μαθητές σας σαν καλλιτέχνη;
Έχει πάρε-δώσε αυτή η ιστορία. Δίνεις και παίρνεις, και επηρεάζεσαι από τα παιδιά. Κάναμε πράγματα με πολύ κέφι. Να σκεφτείτε ότι τόσα χρόνια δεν έκανα ποτέ χρήση της ειδικής άδειας που είχα ως πανεπιστημιακός. Μου άρεσε αυτό που έκανα, δεν με κούρασε ποτέ. Πέρασα πολύ ωραία σαν καθηγητής στην Καλών Τεχνών.
Τυχερός κι εσείς, τυχεροί όμως και οι μαθητές σας, αφού λένε ότι μεγαλύτερη αξία έχει η αγάπη του δασκάλου για μεταλαμπάδευση της γνώσης παρά αυτή καθαυτή η γνώση.
Πράγματι, εκείνο που διδάσκεται τελικά είναι το ήθος και όχι οι γνώσεις. Αυτό πήρα κι εγώ από τον Μόραλη, το ήθος του ήταν εκείνο που με έσπρωχνε. Σε εκείνον χρωστάω και το ότι έγινα καθηγητής στην Καλών Τεχνών. Το ήθος μου ήταν που με έκανε αγαπητό στους υπόλοιπους καλλιτέχνες και ήταν αυτοί που όλα αυτά τα χρόνια με υποστήριζαν, είτε επρόκειτο για κάποια υποτροφία ή ακόμα και για τη διάκρισή μου σαν ακαδημαϊκός.
Μετά την τόσο σπουδαία διάκριση, ήρθε και η σειρά της Χαλκίδας να σας τιμήσει παραχωρώντας το ιστορικό κτίριο του Α.Σ.Α.Χ. για τη φιλοξενία του Μουσείου Μυταρά.
Πράγματι. Οραματίζομαι ένα χώρο στον περίβολο του οποίου θα μπορέσω να μαζέψω κεραμικά του Τσολάκου, του Κώστα Γεωργίου, έργα γλυπτά καλλιτεχνών όπως ο Καραχάλιος. Στο εσωτερικό να στεγάζονται έργα δικά μου, η Συλλογή με τα κοχύλια, μιας και η Χαλκίδα είναι και θάλασσα, παιδικά έργα από το Εργαστήρι, έτσι ώστε να μπορούν και άλλα σχολεία να μαθαίνουν εκπαιδευτικές μεθόδους και πολιτιστική αγωγή. Πιστεύω ότι τα μουσεία πρέπει να είναι πολυδιάστατα. Δεν μπορείς να εκθέτεις κάτι λίγο και να περιμένεις ότι θα λειτουργήσει. Στη Χαλκίδα θα μπορούσε να γίνει ένας χώρος πολύπλευρος, ώστε να δοθούν κίνητρα και σε όσους μένουν στην τόσο κοντινή πλέον Αθήνα να μας επισκέπτονται.
Πιστεύω ότι τα μουσεία πρέπει να είναι πολυδιάστατα. Δεν μπορείς να εκθέτεις κάτι λίγο και να περιμένεις ότι θα λειτουργήσει.
Είναι κάτι που λείπει και έχει ήδη αργήσει…
Η δημιουργία του μουσείου είναι κάτι που το συζητάμε εδώ και χρόνια, όμως τώρα ο κ. Ζεμπίλης ξεκίνησε την υλοποίησή του – κι αυτό του το χρωστάω. Παράλληλα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα αξιοθέατα που υπάρχουν αυτή τη στιγμη στη Χαλκίδα, όπως ο Καράμπαμπας, το τζαμί, το σπίτι του Μάλλιου, και να προβληθούν μέσω ενός λευκώματος, ώστε ο
επισκέπτης να έχει τη δυνατότητα να ξεναγηθεί στην πόλη με οδηγό αυτό το λεύκωμα. Να ενταχθούν σε αυτόν τον πολιτιστικό περίπατο το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης αλλά και το Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο είναι πάρα πολύ αξιόλογο. Έχει έναν αντίνοο που δεν συναντάς αλλού εύκολα.
Σίγουρα η δημιουργία ενός τέτοιου λευκώματος με ενδεικτικούς περιπάτους θα ενίσχυε τα υπάρχοντα αξιοθέατα, που λίγοι έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν.
Φυσικά. Ένας επισκέπτης που έρχεται χωρίς να γνωρίζει τι υπάρχει στην πόλη, πίνει έναν καφέ και φεύγει, χωρίς να έχει κάποιον ιδιαίτερο λόγο να ξαναέρθει σύντομα.
Πιστεύετε ότι το μουσείο θα αποτελέσει σημείο αναφοράς, όπως συμβαίνει και με το μουσείο της Άνδρου;
Πίσω από το μουσείο της Άνδρου υπάρχουν άνθρωποι με πολλά χρήματα και γνωριμίες, ιδιαίτερα στο εξωτερικό. Η επισκεψιμότητα στη Χαλκίδα μπορεί να είναι πολύ πιο εύκολη από ό,τι της Άνδρου, αλλά εδώ παλεύουμε μόνο εγώ και ο δήμαρχος. Ένα τέτοιο εγχείρημα θέλει φοβερή οργάνωση. Πιστεύω πως το γεγονός ότι με γνωρίζουν σε όλη την Ελλάδα θα βοηθήσει πολύ στο να έρθει κόσμος. Θέλει βέβαια προσοχή, να μην εγκαταλειφθεί στην πορεία. Χρειάζεται να λειτουργήσει ένας μηχανισμός διαφήμισης.
Σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις υπάρχει ανέπαφο το ιστορικό κέντρο. Στο κέντρο του Παρισιού μπορείς να γυρίσεις μια ταινία που να αναφέρεται στην εποχή του Λουδοβίκου του 14ου ή της Γαλλικής επανάστασης και να το κάνεις απλά βγάζοντας από τα πλάνα τα αυτοκίνητα.
Πόσο επιδρά η καθημερινότητα στην επιλογή των θεμάτων σας; Θέλω να πω, υπάρχουν οι «Καθρέφτες», τα «Ντοκουμέντα», τα «Ελληνικά τοπία». Ενότητες οι οποίες αντανακλούν τις περιόδους κατά τις οποίες δουλεύτηκαν.
Δεν το σκέφτηκα ποτέ έτσι. Ζωγραφίζω ό,τι με αγγίζει. Άλλωστε, δεν γίνεται διαφορετικά. Τι να κάνεις δηλαδή, να επιλέγεις με τι θα καταπιαστείς; Είναι λάθος να σκέφτεσαι από πριν τι θα κάνεις. Όταν κάνεις έργα με στόχους, κάνεις έργα με συνθήματα.
Μέσα από τα έργα σας, όμως, περνάνε και συνθήματα. Αλλού σαν παραμόρφωση, αλλού σαν κόκκινο βέλος…
Περνάνε, αλλά χωρίς να το θέλω. Τα θέματα έρχονται και με βρίσκουν. Έχω ζωγραφίσει διάφορα θέματα, κοχύλια, αδέσποτα σκυλιά, επιτύμβια…
Το ίδιο συμβαίνει και όταν γράφετε ποιήματα;
Ακριβώς το ίδιο. Στο βάθος, όλα καταλήγουν στην ποίηση. Γι’ αυτό και έχω γράψει πολλά ποιήματα. Μου αρέσει να γράφω ποιήματα. Γενικά μου αρέσει να γράφω και έχω γράψει διάφορα, χωρίς ωστόσο να είμαι συγγραφέας.
Πώς βλέπετε τη Χαλκίδα σήμερα;
Την περίοδο που έλειπα καταστράφηκε και η Χαλκίδα. Όλος ο παραλιακός δρόμος του Κρηπιδώματος καταστράφηκε μαζί με το Παλίρροια. Ξεπάτωσαν τα πάντα και έκαναν πολυκατοικίες. Δεν γνωρίζω πώς επιτράπηκε αυτό το έγκλημα. Ίσως για μία «ανανέωση» της πόλης, έναν εκμοντερνισμό. Κίνηση που είχε αποτέλεσμα να γίνει η Χαλκίδα μια πόλη σαν όλες τις άλλες, μέσω μιας ανάπτυξης που δεν εκμεταλλεύτηκε τη φυσική της θέση. Σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις υπάρχει ανέπαφο το ιστορικό κέντρο. Στο κέντρο του Παρισιού μπορείς να γυρίσεις μια ταινία που να αναφέρεται στην εποχή του Λουδοβίκου του 14ου ή της Γαλλικής επανάστασης και να το κάνεις απλά βγάζοντας από τα πλάνα τα αυτοκίνητα. Διατήρησαν την εικόνα της πόλης όπως ακριβώς ήταν. Ό,τι νέο χτίζεται, χτίζεται μακριά στα περίχωρα, αλλά κι εκεί με μέτρο. Υπάρχει μια οικονομία οικοδομική, που εδώ είναι ανύπαρκτη. Σε αυτό βέβαια παίζει σημαντικό ρόλο και η ιστορία μας. Σκεφτείτε πως η Ελλάδα έγινε κράτος μόλις το 1850. Πέρα από κάποιους «μεγάλους», όπως ο Κολοκοτρώνης, ο Καποδίστριας και ο Τρικούπης,
όλοι οι υπόλοιποι ήταν έρμαια του ενός και του άλλου. Αναπόφευκτα ο τόπος μας αναπτύχθηκε κάπως παράδοξα. Γνωρίζετε ότι λίγο έλειψε να γκρεμίσουν και την Ακρόπολη; Θέλησαν να κάνουν ανάκτορο του Όθωνα γκρεμίζοντας τον αρχαίο ναό και χρησιμοποιώντας τα στοιχεία του στη διακόσμηση του ανακτόρου! Θα γκρέμιζαν σε λίγες μέρες ό,τι είχε διατηρηθεί 2.400
χρόνια…
Δεν είναι χωράφι κανενός η θάλασσα. Ο καθένας νομίζει ότι έχει το δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει. Είναι σα να φυτεύω εγώ στην αυλή του γείτονα.
Παρόμοια εγκλήματα, σε μικρότερη κλίμακα, συμβαίνουν καθημερινά. Η κατεδάφιση της οικίας Σκαρίμπα έγινε πρόσφατα.
Έτσι. Όμως αυτό που πρέπει να προστατευτεί άμεσα είναι η θάλασσά της. Είμαι χρόνια μέσα στη θάλασσα και βλέπω μέρα με τη μέρα το κακό που γίνεται. Έλεος, πια, αυτός ο Ευβοϊκός! Πρέπει να σταματήσει η μόλυνση από τις γύρω βιομηχανίες και να γίνονται αυστηρότεροι έλεγχοι στο ψάρεμα. Δεν είναι χωράφι κανενός η θάλασσα. Ο καθένας νομίζει ότι έχει το δικαίωμα να κάνει ό,τι θέλει. Είναι σα να φυτεύω εγώ στην αυλή του γείτονα. Δεν μπορεί να υπάρχει τέτοια ασυδοσία, επειδή κάποιοι βγάζουν μ’ αυτό τον τρόπο το ψωμί τους. Είναι σα να πριονίζουμε το κλαδί που καθόμαστε. Σε λίγο δεν θα υπάρχει τίποτα εκεί. Η Χαλκίδα με όλη αυτή την παραλία είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο σημείο, είναι ένα κόσμημα, και όσοι τη γνωρίζουν ενθουσιάζονται. Πρέπει να την προσέχουμε λιγάκι…
Tags: διδασκαλία • ζωγραφική