Μια εφηβεία τρέχω γι΄ αυτά τα μόρια. Το κεφάλι μου πέφτει στο πλάι από το βάρος. Σχολεία, φροντιστήρια και κόντρα φροντιστήρια. Δεν είχα ποτέ χρόνο να ξαπλώσω γυμνός κάτω από τον έναστρο ουρανό και ούτε κανείς με δίδαξε πώς γίνεται. Επιπλέον, έπρεπε να κρύβομαι από τις σταγόνες της βροχής για να παραμείνω αδιάβροχος και ανοξείδωτος.
Όταν ήμουν μικρός, και με ρωτούσαν τι θέλω να γίνω, έλεγα ποδοσφαιριστής. Όμως, το μόνο στρογγυλό πράγμα που κλώτσησα ποτέ, ήταν το κεφάλι μου. Μετά, τραγουδιστής στην ορχήστρα του Τιτανικού και τελικά, φύλακας στη σίκαλη. Πόσα μόρια χρειάζονται για να γίνει κάποιος φύλακας στη σίκαλη;
Ένα καλό που έχει (είχε) το σχολείο, είναι η Μαρία. Η Μαρία κάθεται (καθόταν) στην ακριανή σειρά, τέρμα στη γωνία, μαζί με την Αντωνία. Την αγαπώ από το δημοτικό και όπως πάει, θα την αγαπώ για πάντα. Όμως, έχω κάνει μαζί της όλα τα πιθανά λάθη. Μια μέρα, για παράδειγμα, επειδή με καλημέρισε νόμισα ότι τα φτιάξαμε και το ανακοίνωσα περήφανος σε όλους. Η ίδια, δυστυχώς, δεν το ήξερε ότι τα είχαμε φτιάξει.
Συνεχώς, παλεύω με τα βαράκια για να κάνω τετρακέφαλους και πεντακέφαλους και εξακέφαλους. Ευτυχώς, τα σπυράκια μου έχουν μειωθεί σε 12 (του προσώπου: Δε συμπεριλαμβάνονται εκείνα της πλάτης).
Πάντως δεν είμαι ο μόνος: Όλο το σχολείο είναι ερωτευμένο με τη Μαρία. Όταν λείπει η Αντωνία με καμιά γρίπη ή κοπάνα, κάνουμε σειρά για να κάτσουμε δίπλα της. Μυρίζει κανέλα και υάκινθο και όλες τις ευωδιές της άνοιξης. Διπλώνει τα πόδια της πάνω στην καρέκλα σα βατραχάκι και τα μάτια της είναι τόσο βαθιά, που ευχαρίστως θα έπεφτα μέσα τους να πνιγώ.
Πόσα μόρια χρειάζονται για να κερδίσω την καρδιά της Μαρίας;
Δε λέω, καλές κυρίες, αλλά όχι ότι θα τις παντρευόσουν κιόλας: Εμφανίζονται ξαφνικά η υπουργός παιδείας μαζί με την υφυπουργό την Πωςτηλένε, έχουν μαλλιά μέδουσας, και σώμα αράχνης και μου θέτουν το εξής αίνιγμα: «Ποιο πλάσμα έχει τέσσερα πόδια και μετά δύο και μετά τρία;» Αν δεν απαντήσω, θα υποχρεωθώ να δίνω πανελλήνιες και να μετράω μόρια, και μετά να ξαναδίνω πανελλήνιες και να αναμετράω μόρια και πάει λέγοντας. Με πιάνει πανικός, με λούζει κρύος ιδρώτας, δε βρίσκω την απάντηση, δε βρίσκω την απάντηση. Γελάνε χαιρέκακα στυλ Κρουέλα Ντεβίλ, στριγκλίζουν στ΄ αυτιά μου κάτι για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμούς και τέτοια, σκέφτομαι «μάλλον κοιμάμαι και βλέπω εφιάλτη, αν ανοίξω τα μάτια θα εξαφανιστούν». Και ανοίγω τα μάτια και είναι ακόμα μπροστά μου, αν είναι δυνατόν, είναι ακόμα μπροστά μου και μάλιστα, όχι μόνο αυτές, αλλά και όλοι οι υπουργοί παιδείας από τη μεταπολίτευση και μετά. Όχι, δεν υπάρχει έλεος αδερφέ μου…
Στέκομαι στη γέφυρα και κοιτάζω τα ρεύματα του Ευρίπου να αλλάζουν κατεύθυνση και – το νοιώθω – τελειώνει μια εποχή και αρχίζει μια άλλη. Τελειώνει μια εγκλωβισμένη στρεβλή εποχή, ένα ξερό δέντρο πέφτει κάτω. Διασχίζω παραμορφωτικούς καθρέφτες, αναζητώ το μέσα μου δέντρο – την ευγενική νοημοσύνη.
Παρατηρώ λοιπόν, προσεκτικά τα τρελά νερά κρατώντας παραμάσχαλα το σκέιτ μου. Με πλησιάζει ο από μηχανής γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον και κάθεται στον ώμο μου (το να σταθεί ένας γλάρος στον ώμο σου είναι ένδειξη μεγάλης φιλίας, παρηγοριάς και κουράγιου). Δε με ρωτάει για τα μόρια. Με ρωτάει για τα φτερά μου. Του λέω να μην ανησυχεί, είναι εντάξει, μόνο έχουν γδαρθεί λίγο αλλά, αντέχουν, αντέχουν στ΄ αλήθεια. Τα ξεδιπλώνω και τον ακολουθώ, πετάμε ψηλά γελώντας και κάνουμε εναέρια kick flip και bs feeble (στα ελληνικά μάλλον «κλωτσοπεριστροφή» και «οπίσθιο ημισκαμπανέβασμα¨: κλασικές σκέιτ φιγούρες). Φτάνουμε στη Λιανή Άμμο, όπου είναι συγκεντρωμένοι και οι άλλοι γλάροι, έχουν γενική συνέλευση. Η φιλαρμονική γλαρική ορχήστρα, παίζει το «Alors on dance». Επικρατεί μία στοχαστική έξαψη και ένα αισιόδοξο χάος. Είναι εκεί και ο Σαιντ Εξυπερύ και ο Μικρός Πρίγκιπας. Και η Μαρία, και η Αντωνία και τα υπόλοιπα παιδιά από το Λύκειο Κανήθου, αλλά και από το Πρώτο, και από το Δεύτερο και από όλα τα σχολεία. Τα δελτία ειδήσεων, οι τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα δεν το είπαν ποτέ, αλλά το γνωρίζουμε καλά: Δεν ήταν επιλογή μας αυτή η Γκρίζα Γη του Κανενός, αυτό το εκπαιδευτικοπολιτικοοικονομικό σύστημα του κερατά.
Ενώνουμε τα χέρια, επωμιζόμαστε ο καθένας τον προσωπικό του γλάρο και ετοιμαζόμαστε για το Χορό του Μοναδικού. Θα αλλάξουν τα πράγματα Μαρία. Δε θα ‘μαστε πια άλογα του ιππόδρομου, ούτε ναρκωμένες τίγρεις του τσίρκου. Θα την αλλάξουμε τη ζωή. Παρ΄ όλα αυτά Μαρία.