Αναστάσης Κολοβός
- Συντάκτης Αντώνης Παναγιωτόπουλος-Πιπεριάν
Ο Αναστάσης Κολοβός είναι Χαλκιδέος με καταγωγή από την Κύμη. Μετράει σχεδόν 20 χρόνια στο χώρο της υποκριτικής (αποφοίτησε το 2000 από τη Δραματική Σχολή Ίασμος Βασίλης Διαμαντόπουλος) ωστόσο ο ρόλος του σε καθημερινή επιτυχημένη σειρά τον έβαλε στα περισσότερα σπίτια. Ο Αναστάσης έχει συμμετάσχει σε πολλές μικρού και μεγάλου μήκους ταινίες όπως στην βραβευμένη ταινία Τσίου του Μ. Παπαδημητράτου, στο Ώρες κοινής ησυχίας της Κατερίνας Ευαγγελάκου κ.ά. Τον έχουμε δει στις τηλεοπτικές σειρές Επτά Θανάσιμες Πεθερές, Safe Sex, Στο Παρά Πέντε, Εντιμότατοι Κερατάδες, Τα Παιδιά της Νιόβης, Πόλεμος των Άστρων, Μάλιστα Σεφ, Χωρίς όρια. Στο θέατρο έχει παίξει σε πάνω από 40 παραστάσεις μεταξύ των οποίων: Βάτραχοι (Θ. Θεολόγης) που το είδαμε σε Επίδαυρο και Ηρώδειο και Οι ράγες πίσω μου (Χ. Ρώμας). Είναι μέλος της χοροθεατρικής ομάδας Δαγίπολη, είναι ευαισθητοποιημένος σε θέματα κοινωνικά και πολιτικά, είναι η ψυχή της παρέας και τσαλακώνεται πριν καν του ζητηθεί. Πρίν 2 καλοκαίρια μας έβαλε να πιούμε μπίρα σε ένα μπιτσόμπαρο που έπαιζε κλασική μουσική.
Από κάπου σε ξέρω, έφτιαχνες καφέδες σε ένα μπιτσόμπαρο στην Κύμη;
Ναι, αρχικά στο Σουτσίνι, την κεντρική παραλία της Κύμης και μετά πήραμε τις 4 χοντρές και πήγαμε στον Άη Γιώργη, στη Μουρτερή. Οι 4 χοντρές είναι ένα μεγάλο και πολύ όμορφο κεφάλαιο για μένα.
Πως έμπλεξες με τις 4 χοντρές; Σίγουρα δάχτυλο παλιοπαρέας…
Ναί! Πριν καμιά 25αριά χρόνια υπήρχαν 4 ευτραφείς κοπελίτσες που μας “κυνηγούσανε” όπου πηγαίναμε και ένα φίλος Αθηνο-Κουμιώτης έλεγε “είναι εδώ οι 4 χοντρές”. Αυτό μας είχε γίνει ψύχωση και ονειρευόμασταν να ανοίξουμε ένα μπαράκι όπου θα δουλεύανε αρχικά 4 ευτραφείς κοπέλες. Τα χρήματα για το μπαρ δεν βρέθηκαν ποτέ, πολλά χρόνια όμως αργότερα, ένας από την παρέα κατάφερε να ανοίξει ένα μπιτσόμπαρο στο οποίο μπήκα κι εγώ σαν συνέταιρος. Η ομορφιά αυτού του εγχειρήματος ήταν ότι δεν ακολουθήσαμε μία mainstream φόρμα, δεν κάναμε ένα μαγαζί σαν αυτά στις Αλυκές, άλλωστε αυτά δεν είναι μπιτσόμπαρα. Μπιτσόμπαρο είναι ένα μικρό παράπηγμα όπου σερβίρεται παγωμένη μπίρα, τοστ και καφές. Στην Ελλάδα έχουμε παρεξηγήσει λίγο τα πράγματα, λέμε μπιτσόμπαρο και εννοούμε ένα κλαμπ πάνω στην παραλία. Εμείς λοιπόν στις 4 χοντρές παίζαμε αντιεμπορικές μουσικές, δεν παίζαμε μπιτ, έπεφτε ο ήλιος και από τα ηχεία άκουγες κλασική μουσική, 10 μουτζώνανε και 1 έλεγε “μπράβο ρε παιδιά”. Ε, εγώ έπαιζα και ήμουν εκεί για αυτόν τον 1. Μου λέγανε ότι είμαι αντιεπαγγελματίας, ναι, δεν το έχω, δημιουργούσα το κλίμα που θα ήθελα να βρω εγώ σαν πελάτης σε ένα μπαράκι δίπλα στη θάλασσα, με έναν μαλλιά που μπορούσα να πω μια κουβέντα.
Μου ακούγεται εντελώς φυσιολογικό.
Ναι αλλά έτσι δε βγάζεις λεφτά. Επιπλέον, το όλο αυτό εγχείρημα είχε και πολλά άλλα ρίσκα, τρεξίματα με χαρτούρες, αστυνομίες, εφορίες κλπ, πράγματα που δεν καταλαβαίνω και στα οποία είμαι πολύ κακός. Το άνοιξα όμως με πείσμα και θράσος τρελό, καθώς το να ανοίξεις αρχή καλοκαιριού και να έχεις μαζέψει όλα τα χαρτιά είναι πρακτικά αδύνατο, είναι το ίδιο το κράτος που σου λέει ότι δεν γίνετε, αν περιμένεις να μαζέψεις όλα τα χαρτιά δεν θα ανοίξεις ποτέ. Ανοίξαμε, πήγαμε καλά, κάναμε και ένα πάρτι θρυλικό στις 7 Αυγούστου από αυτά που δεν ξαναγίνονται, ήρθανε 1500 άτομα και σαν ρεμπεσκέδες ξεμείναμε από τα πάντα, δεν είχαμε ούτε τσίπουρο να δώσουμε και τρέχαμε από δω κι από κει να βρούμε κανένα ποτό να πουλήσουμε. Περάσαμε όμορφες καταστάσεις με πολύ γέλιο. Είναι και ο λόγος που με κάνει να το σκέφτομαι για να το ξανανοίξω. Από την άλλη η κούραση είναι πολλή, μεγαλώνουμε κιόλας…
Στο χέρι σου είναι να το ανοίξει κάποιος άλλος κι εσύ να κάνεις τον μαλλιά στην άκρη του μπαρ που θα ακούς κλασική μουσική στο ηλιοβασίλεμα και θα λες μπράβο.
Μακάρι γιατί δεν σου κρύβω ότι δε θέλουν όλοι να ακούνε μπιτ και σκυλάδικα στην παραλία και κάποιοι με βρίσκουν ακόμη και σήμερα και μου λένε “μας τσάκισες”.
Κάπως έτσι τυχαία και παρορμητικά δεν ξεκίνησε και η σχέση σου με το θέατρο;
Ναι. Μικρός, είχα πάει μία και μοναδική φορά στο θέατρο, να δω τον Βουτσά στην Τούτσι, με τη νονά μου. Τότε στη Χαλκίδα δεν είχαμε εύκολη πρόσβαση στο θέατρο. Πέρασα στη Θεσσαλονικη, στο Φυσικό, τελείως άχρηστος φοιτητής -πρέπει να έχουν τη φωτογραφία μου ακόμα σαν πρότυπο κακού φοιτητή- και ξαφνικά μες στη μιζέρια μου κι ενώ δεν έκανα ούτε μπροστά να διαβάσω αλλά ούτε και πίσω να πω στους δικούς μου ότι δεν το ‘χω, σκάει σε ένα καφέ που καθόμουν ένα φυλλάδιο από ένα θεατρικό εργαστήρι. Πήγα, είδα κάποιους να κάνουν πρόβες και λέω “εδώ είμαστε”.
Δεν το ‘χες σκεφτεί ποτέ;
Όχι, ποτέ. Ήμουν το παιδί που έκανε χαζομάρες για να ξεσηκώσει την τάξη – θυμάμαι με σήκωνε ο μαθηματικός μας, ο Λάμπρου, για να τον μιμηθώ μπροστά του και έκανα εγώ το πως πείραζε το μουστάκι του και άλλα τέτοια- αλλά για να ασχοληθώ με την υποκριτική δεν το είχα σκεφτεί ποτέ. Δεν το είχαν σκεφτεί φυσικά ούτε και οι γονείς μου στους οποίους το ανακοίνωσα μία Μεγάλη Παρασκευή που είχα κατέβει για Πάσχα. Ο πατέρας μου λίγο έλειψε να πάθει εγκεφαλικό. Με συμβούλεψαν να ανέβω στη Θεσσαλονίκη να συνεχίσω τις σπουδές μου και να δώσω στο κρατικό. Εγώ τα παράτησα και έδωσα στη σχολή του Διαμαντόπουλου, την τελείωσα, βγήκα, έκανα λίγο τηλεόραση, πήγα φαντάρος και όταν γύρισα ξεκίνησα να δουλεύω.
Έτσι εύκολα;
Με πολύ κόπο. Έχω φτύσει αίμα, τίποτα δεν ήταν εύκολο. Ένιωθα πολλές φορές ότι εκεί που έφτανα στην πηγή και πήγαινα να πιω νερό κάποιος μου την έκλεινε. Πάντα είχα δουλειά αλλά δεν γινόταν αυτό το μπαμ της μεγάλης επιτυχίας, χωρίς φυσικά να είναι το αποκλειστικό ζητούμενο ή να είναι αυτό που σε κάνει μεγάλο ηθοποιό. Υπήρξαν παιδιά που βγήκαν από τη σχολή και τους έκατσε αμέσως μία σειρά με τρελή επιτυχία όπως υπάρχουν και σπουδαίοι ηθοποιοί που βγαίνουν στο δρόμο και τους αναγνωρίζουν ελάχιστοι. Εγώ έχω κάνει θέατρο, κινηματογράφο, τηλεόραση, οπερέτα, παιδικό θέατρο και χοροθέατρο. Κλείνω 20 χρόνια στο χώρο και νιώθω πραγματικά τόσο χορτάτος που αν τα παρατούσα αύριο και γινόμουνα ψαράς δε θα είχα κανένα απωθημένο.
Μιας και έθιξες τα απωθημένα. Υπάρχουν συνεργασίες που θα ήθελες να κάνεις στο μέλλον ή που δεν μπορείς γιατί οι άνθρωποι αυτοί δε ζούνε πια;
Θα ήθελα να έχω δουλέψει με τον Βέγγο που τον είχα μεγάλη λατρεία σαν άνθρωπο αλλά και με δεκάδες άλλους. Δεν είναι όμως απωθημένα ούτε κάτι που θα κυνηγήσω επαγγελματικά. Γενικά σαν άνθρωπος είμαι λίγο όπου με πάει. Αφού κι εγώ καμιά φορά απορώ πως τα ‘χω καταφέρει, χωρίς πλάνο. Δεν μανατζάρω τον εαυτό μου, πάντα με πήγαινε μόνο του το πράμα.
Εκτός από τη λατρεία στον Βέγγο διακρίνεις κάποιες ομοιότητες; Θέλω να πω, πολλοί συνάδελφοί σου αλλά και δημοσιογράφοι έχουν γράψει ότι ο Κολοβός είναι κωμικός από τη στόφα των παλιών, μεγάλων κωμικών.
Ναι, αυτό το ακούω κι εγώ συχνά. Από την άλλη δε σου κρύβω ότι μετά τη σειρά που κάνω και έχω μία γκροτέσκ υφή κωμικού χαρακτήρα, θα ήθελα να κάνω ένα διάλειμμα και να παίξω κάτι άλλο. Η σειρά αυτή με βοήθησε να μπω στα σπίτια των περισσότερων ανθρώπων, να εισπράξω αγάπη αλλά με έχουν δει με ένα ρόλο και σίγουρα δεν είμαι μόνο αυτό.
Άλλωστε οι καλοί κωμικοί μπορούν να παίξουν και δράμα, το αντίθετο είναι συνήθως πιο δύσκολο.
Έχουμε δει Βέγγο, Παπαγιαννόπουλο, Μουστάκα σε ρόλους δραματικούς και ήταν εξαιρετικοί.
Λένε για τους κωμικούς ότι κρύβουν μία μελαγχολία. Ισχύει;
Όταν ξοδεύεσαι για να κάνεις τον άλλο να γελάσει ασχέτως με τη δική σου κατάσταση, αυτό το πράγμα σου τρώει ό,τι ψυχικά αποθέματα διαθέτεις και θέλεις μετά αποσυμπίεση. Γενικά η υπερέκθεση κουράζει, είτε είσαι ροκ σταρ, είτε τραγουδάς στα σκυλάδικα. Γι’ αυτό και πολλοί γίνονται αλκολικοί ή πέφτουν στα ναρκωτικά και τα χάπια. Εγώ ευτυχώς δεν έφτασα ποτέ εκεί, ίσως να την πληρώνει η σύντροφός μου η Αθανασία Κούσουλα, η οποία είναι ψυχολόγος και με ανέχεται στις κλειστές ή τις κακές μου στιγμές. Με κουράρει στην ουσία και με αντέχει εδώ και 7 χρόνια και με βοηθάει να διαχειρίζομαι το άγχος μου το οποίο είναι πολύ περισσότερο από ότι φαίνεται ή από όσο δείχνω.
Θα πω ότι ή κάνει πολύ καλή δουλειά η σύντροφός σου ή ότι εσύ δεν το αφήνεις καθόλου να βγει προς τα έξω. Έχεις εσύ άγχος και ανασφάλειες;
Είναι η φύση της δουλειάς που είναι πολύ σκληρή. Μπορεί να έχεις 39 πυρετό και πρέπει να παίξεις γιατί δεν υπάρχει αντικαταστάτης. Μπορεί το πρωί να έχεις πάει να θάψεις ένα δικό σου άνθρωπο και το βράδυ να παίζεις. Είναι βάρβαρο να χωρίζεις και να παίζεις το βράδυ. Είναι μία στρεσογόνα δουλειά και γι’ αυτό οι περισσότεροι ηθοποιοί σέρνουμε διάφορα… Κάποιοι στέκονται μόνο στη λάμψη που κι αυτή πια έχει μειωθεί -και δε μιλάμε για χρήματα, όσοι πρόλαβαν, πρόλαβαν.
Παρόλα αυτά πολλά νέα παιδιά δοκιμάζουν την τύχη τους σε μία δραματική σχολή.
Από όλα αυτά τα παιδιά, 1 στα 10 θα μπορέσει να βρει μια δουλειά και όταν την κάνει θα απογοητευτεί πολύ για τις οικονομικές απολαβές που θα έχει. Τους περισσότερους από αυτούς -και μάλιστα ειδικά κάποιους που βλέπεις να φωτογραφίζονται στην Μύκονο, βουτηγμένοι σε μία ψευτογκλαμουριά- αν τους γυρίσεις ανάποδα δε θα πέσει φράγκο.
Θα απέτρεπες δηλαδή ένα παιδί να ασχοληθεί με την υποκριτική;
Το ‘χω σκεφτεί πάρα πολλές φορές: θα μπορούσα να έχω ένα παιδί τώρα και να είναι 18 χρονών. Δε θα χαιρόμουν ιδιαίτερα αν μου έλεγε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός αλλά από την άλλη, δεν θα μπορούσα εγώ, που παράτησα το πανεπιστήμιο για να σπουδάσω στου Διαμαντόπουλου, να του το αρνηθώ. Δεν θα του στερούσα το όνειρο αλλά θα του έλεγα ότι επειδή σαν ηθοποιός θα χρειαστεί κατά 99% να δουλεύει, να σπουδάσει κάτι ακόμα ή να μάθει κάποια τέχνη, υδραυλικός ή δικηγόρος, δεν έχει σημασία. Αλλιώς θα δουλεύει σερβιτόρος, μπάρμαν, ντιτζέι και αυτό είναι πολύ βάρβαρο γιατί θα κάνει παράλληλα εξαντλητικές πρόβες στο θέατρο για να παίξει με ποσοστά, θα κάνει τηλεόραση για να πληρωθεί 6 μήνες μετά την προβολή του επεισοδίου. Πως θα πληρώσει το σούπερ μάρκετ, το νοίκι ή τις πάνες του παιδιού του;
Αυτό είναι πρόβλημα με κοινωνικές διαστάσεις. Στις παρέες μιλάς πιο πολύ για καλλιτεχνικά θέματα ή για πολιτική;
Δεν μιλάω ποτέ για καλλιτεχνικά, τα βαριέμαι αφόρητα. Λέμε καφρίλες, αναλύουμε την καθημερινότητα. Δε θα μιλούσα ποτέ για τα επαγγελματικά μου σε μία παρέα, ούτε αν ήμουν γιατρός ή δικηγόρος. Ακούω καμιά φορά ηθοποιούς να μιλάνε για τη δουλειά τους και μου κάνει όλο αυτό μίζερο. Καθόμαστε τώρα εδώ και μπορούμε να μιλήσουμε για τον σκυλάκο που ήρθε να μας κάνει παρέα ή για τον κύριο στο ακριανό τραπεζάκι που κάθεται μόνος του, να συζητήσουμε για τον αν μας φαίνεται ευτυχισμένος ή όχι. Τώρα, σχετικά με την πολιτική, θα σου πω ότι αν με ρωτήσεις το όνομα ενός υφυπουργού αλλά και κάποιου υπουργού πιθανότατα να μη το γνωρίζω. Γενικά όμως θεωρώ τον εαυτό μου ευαισθητοποιημένο πολίτη και θα σου πω πως, χωρίς να είμαι μηδενιστής, τα πράγματα είναι προγραμματισμένα να πηγαίνουν προς το χειρότερο. Μας ρίξανε τη φόλα καλά κρυμμένη αλλά έχουμε κι εμείς μερίδιο ευθύνης και -το χειρότερο-, δεν μάθαμε από τα λάθη μας. Ακόμα και το άκομψο “μαζί τα φάγαμε” έχει μια δόση αλήθειας. Δεν είμαστε ένοχοι, είμαστε σίγουρα με κάποιο ποσοστό συνένοχοι. Όλοι. Εγώ, εσύ, ο πατέρας μου, όλοι κοιτάμε ακόμα και σήμερα μέσα από το πρίσμα της λαμογιάς να βολευόμαστε και να γλυτώνουμε,. Αν σήμερα το πρωί μας χάριζαν όλο το χρέος, μετά από κάποια χρόνια θα φτάναμε στο ίδιο ακριβώς σημείο με το σημερινό. Θα κοιτάζαμε από την πρώτη κιόλας στιγμή να βολέψουμε το παιδί μας στο δημόσιο κι ας πληρεί λιγότερα αξιοκρατικά κριτήρια από το παιδί του γείτονα, να φοροδιαφύγουμε, να κάνουμε διακοπές στη Μύκονο. Τα ίδια χάλια. Και στο κομμάτι του πολιτισμού τα ίδια. Και όταν λέω πολιτισμό δεν εννοώ το Μουσείο της Ακρόπολης ή το να πας στο θέατρο. Πολιτισμός είναι να μην πετάς τα σκουπίδια στο δρόμο, να μην είσαι αγενής στο δρόμο. Έχει χαθεί ο σεβασμός, η ευγένεια, η αγάπη προς το περιβάλλον, νομίζουμε ότι ο πλανήτης είναι δικός μας και ξεχνάμε ότι έχει αρχίσει να χτυπάει καμπανάκι. Αν μελετήσεις λίγο την ιστορία θα δεις ότι ο άνθρωπος δεν βάζει μυαλό. Έχει ξεκινήσει να αλλάζει πολύ το πράγμα και αυτά που μας λένε νομίζω ότι είναι λιγότερα από όσα πραγματικά συμβαίνουν ή θα συμβούν, για να μη μας τρομάξουν.
Παρά το δυσοίωνο μέλλον τείνει να γίνει παρόν, εσύ παλεύεις για να γίνεσαι καλύτερος. Πες μας για τη σχέση σου με την ομάδα χοροθεάτρου Δαγίπολη.
Η Δαγίπολη είναι μία χοροθετρική ομάδα της οποίας ηγείται ο Γιώργος Χρηστάκης. Ο Γιώργος έχει σπουδάσει οικονομικά στην Πάντειο, ψυχολογία, έχει ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και έχει κάνει τα διπλάσια πράγματα από ό,τι έχω κάνει εγώ, οδηγεί ένα αμάξι με όλα τα συστήματα στα χέρια μιας και έχει αναπηρία και είναι ένας άνθρωπος χαρισματικός. Τον γνώρισα όταν πριν πολλά χρόνια ήμουν υπεύθυνος σε ένα μαγαζί στο οποίο ερχόταν με το αμαξίδιο. Όταν μου είπε ότι έχει ομάδα χορού ήμουν τόσο αδαής στο χώρο της αναπηρίας που του απάντησα ότι κι εγώ είμαι ο Μέγας Αλέξανδρος. Ο Γιώργος γέλασε γιατί έχει μάθει να αντιμετωπίζει τη βλακεία μας με χιούμορ και ευγενικό τρόπο και λίγο καιρό αργότερα ξεκίνησα ένα υπέροχο ταξίδι μπαίνοντας στην ομάδα του, με την οποία βρέθηκα να χορεύουμε σε φεστιβάλ στη Νέα Υόρκη, στην Κωνσταντινούπολη, δουλέψαμε με Ψαραντώνη, Τσαλιγοπούλου, Κώστα Λειβαδά και πολλούς άλλους μεγάλους καλλιτέχνες. Η ομάδα είναι μικτή, έχει χορευτές με αναπηρία και αρτιμελείς και όλα αυτά τα χρόνια που ανήκω σε αυτή την ομάδα γνώρισα ανθρώπους που διεκδικούν τα αυτονόητα, βλέποντας κι εγώ ο ίδιος την πραγματικότητα και το δικό τους κόσμο. Στον κόσμο των αναπήρων δεν υπάρχουν εκπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο ζούνε. Ακούω καμιά φορά ανθρώπους που βλέπουν ανάπηρους να χορεύουν να μιλάνε για δύναμη ψυχής και δεν τους καταλαβαίνω. Μιλάνε με οίκτο για ανθρώπους που είναι ίσοι απέναντι στη ζωή και στη τέχνη. Αν πρέπει να λυπούμαστε για κάτι, αυτό είναι για τις απάνθρωπες πόλεις στις οποίες ζούμε, όπου η προσβασιμότητα κάποιου που κινείται με αμαξίδιο είναι απαγορευμένη στους περισσότερους χώρους. Σε άλλες πόλεις όπου η πρόσβαση στην τουαλέτα ενός καφέ είναι εφικτή βλέπεις τους ανθρώπους που κινούνται με αμαξίδιο να απολαμβάνουν μία κανονικότατη ζωή και να κυκλοφορούν εξίσου με τους υπόλοιπους. Λέμε για τα μαγαζιά που δεν έχουν ράμπα ή τουαλέτα για άτομα που κινούνται με αμαξίδιο ότι “εντάξει μωρέ” χωρίς να μπορούμε να αντιληφθούμε ότι αυτό μπορεί να μας συμβεί και σε μας και να αλλάξει τη ζωή μας σε δευτερόλεπτα. Ένα τρακάρισμα για παράδειγμα -και δε πα να χτυπήσεις ξύλο- σου αλλάζει τη ζωή σε δευτερόλεπτα και τότε αντιλαμβάνεσαι ότι δεν μπορείς να κατέβεις από το διαμέρισμα γιατί η πολυκατοικία έχει στην είσοδο μόνο σκάλες. Η εμπειρία μου μέσα από αυτή την ομάδα με έκανε καλύτερο άνθρωπο.
Αυτό το να αλλάζει η ζωή σου από τη μια στιγμή στην άλλη, είναι για πολλούς το πιο τρομακτικό πράγμα. Εσύ τι φοβάσαι πιο πολύ;
Σου ορκίζομαι ότι δεν φοβάμαι το θάνατο. Αν μου πεις τώρα που μιλάμε ότι σε 5 λεπτά απλά δεν θα υπάρχω δε με φοβίζει καθόλου. Το να βασανιστώ από μία αρρώστια με φοβίζει πολύ αλλά όχι το τέλος. Πέρασε ο πατέρας μου έναν καρκίνο πολύ πρόσφατα και ήταν ένα σοκ. Παραδόξως ήμουν πολύ ψύχραιμος και στάθηκα πολύ δυνατός. Αυτό είναι και κάτι που καλό είναι να μας γίνει γενικά ένα μάθημα, ότι ο καρκίνος είναι μία αρρώστια η οποία πια αντιμετωπίζεται, δεν πρέπει να φοβόμαστε να το πούμε. Πιο παλιά ούτε που το λέγανε, λέγανε η παλιο-αρρώστια και διάφορα τέτοια. Τίποτα, είναι μία κατάσταση αντιμετωπίσιμη επιτυχώς τις περισσότερες φορές.
Τι άλλο φοβάσαι; το να κάνεις ένα παιδί;
Τώρα έπιασες θέμα. Η φοβία μου σε αυτό το θέμα έχει να κάνει με το γεγονός ότι η γενιά μου σε αυτό το τομέα έχει αποτύχει πλήρως. Σίγουρα το να κάνεις ένα παιδί είναι ό,τι πιο σημαντικό, είναι ίσως ο λόγος για τον οποίο έχουμε έρθει στη ζωή, όλα τα άλλα είναι ατμός, μάταια. Ανήκω όμως σε μία γενιά που έχουμε αποτύχει και το λέω αυτό γιατί οι περισσότεροι φίλοι μου αλλά και άνθρωποι ενός ευρύτερου κύκλου είναι χωρισμένοι με 1-2 παιδιά. Δεν μπορεί να είναι όλοι λάθος κι εγώ ο μάγκας. Προφανώς η εποχή μας μας δοκιμάζει πολύ και δεν αντέχουμε. Ό,τι χαλάει πια δεν το φτιάχνουμε. Ζω καταστάσεις με τα παιδιά το Σαββατοκύριακο στον μπαμπά, τις καθημερινές με τη μαμά, “θα περάσω να σε πάρω από το φροντιστήριο”, και “από εδώ ο πατριός σου”, και “από εδώ η μητριά σου”. Δε θέλω έτσι. Δεν το κατακρίνω και σίγουρα πολλές φορές μπορεί για ένα ζευγάρι να είναι καλύτερα να χωρίζει από το να τσακώνονται συνέχεια μπροστά στα παιδιά. Αλλά σίγουρα κάτι δεν πάει καλά. Εγώ μεγάλωσα σε μία “φυσιολογική” οικογένεια, με όλη την παθογένεια μία ελληνικής οικογένειας που μπορεί σε ένα Κυριακάτικο τραπέζι κάποιος να πετάξει μία ατάκα και να γίνει πανικός, και έχω 100 ψυχολογικά προβλήματα. Ποιός μου λέει ότι αυτά τα παιδιά που βιώνουν σήμερα τόσο έντονα τις κόντρες των 2 γονιών δεν θα έχουν μεθαύριο 1000; Το να φέρεις παιδιά στον κόσμο απαιτεί -τουλάχιστον- ωριμότητα.
Αν σε έκανα 10 χρονών και έχοντας την εμπειρία που έχεις σήμερα, τι θα ζητούσες από τον Άγιο Βασίλη;
(σκέψη) Ειλικρινά ρε φίλε, μόνο υγεία. Δεν ζητάω πράγματα. Κλείνω ένα χρόνο που έχουμε μετακομίσει σε σπίτι που έχει τζάκι και αυτό ήταν κάτι που το ήθελα καιρό, να έχω σπίτι με τζάκι. Δεν με ενδιαφέρουν ούτε τα αυτοκίνητα -αυτό που με είδες είναι ουσιαστικά δώρο ενός θείου, ούτε τα ρούχα -βολεύομαι με ό,τι υπάρχει. Ζω μέσα στην κρίση όπως και πριν από αυτή. Μόνο υγεία.
Tags: Δαγίπολη • θέατρο • κινηματογράφος • Κύμη • σήριαλ • τηλεόραση • Χαλκίδα