Δημήτρης Παπαχρήστος

η φωνή του Πολυτεχνείου

Δημήτρης Παπαχρήστος

Ο Δημήτρης Παπαχρήστος γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1950 στο χωριό Άγιος Γεώργιος της Ιστιαίας Ευβοίας και τελείωσε το Γυμνάσιο στην Ιστιαία. Φοίτησε στην Ανωτάτη Εμπορική. Από την πρώτη στιγμή συμμετείχε στο φοιτητικό κίνημα και πήρε μέρος στους αγώνες ενάντια στη Δικτατορία. Όλοι τον γνωρίζουμε σαν τον εκφωνητή του σταθμού των Ελεύθερων Αγωνιζόμενων Φοιτητών των Ελεύθερων Αγωνιζόμενων Ελλήνων. Τη νύχτα του 1973 βροντοφώναζε ότι «ο αγώνας συνεχίζεται με τα όπλα που διαθέτει ο καθένας μας». Διάλεξε το δρόμο της συνέχισης του αγώνα έξω από τα κόμματα και τους επαγγελματίες πολιτικούς, γιατί τον ενδιέφερε «ό,τι πιστεύουμε να γίνεται κατά το δυνατό τρόπος ζωής». Έχουν κυκλοφορήσει δύο ποιητικές συλλογές του: «Με το ποδήλατο» (1980) και «Διάτρητος» (1982). Επίσης έχει γράψει πεζά: «Ο άλλος Κεμάλ» (1979), «Το μοναστήρι να ’ν’ καλά» (1983), «Ανάκατα διά πυρός υπέρ» (1986), «Το Άγριον Όρος της ψυχής» (1992), «Οργισμένος άγγελος» (1997), «Έξοδος ονείρου» (2001), «Ζούσε τη ζωή του σα να τη θυμόταν» (2003), «Το Πολυτεχνείο ζει; – 30+1: Όνειρα, μύθοι, αλήθειες» (2004), «Ο ήλιος του μουσείου» (2004, πρώτη έκδοση 1994), «Γεώργιος Βιζυηνός, ο τρυφερόκαρδος κύριος Γ.Β.» (2005), «Γιουχανάν» (2009). Συμμετείχε, επίσης, στη συλλογική έκδοση των συντρόφων του «Εκ των Υστέρων» (1993), από τις εκδόσεις Λιβάνη, την οποία και επιμελήθηκε. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Έθνος» και είναι παραγωγός εκπομπών στο κρατικό ραδιόφωνο.

Τι θυμάστε από την Εύβοια των παιδικών σας χρόνων;

Η Εύβοια τη δεκαετία του ’50 ήταν σαν ένα καράβι ακυβέρνητο. Θυμάμαι που πρωτομπήκα στον «Κύκνο» το 1958 για να κατέβω από την Ιστιαία στη Χαλκίδα. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος, είχα σπάσει το χέρι μου και πηγαίναμε στην κλινική του Ολυμπίου. Η πρώτη μου επίσκεψη στη Χαλκίδα σημαδεύτηκε από φρικτούς πόνους, όταν μου ξανασπάσανε το αγκυλωμένο χέρι για να το φέρουν στη θέση του. Ήθελα να πηδήξω στη θάλασσα, εκεί δίπλα στη γέφυρα. Αυτή η εμπειρία είναι μια εικόνα που ταξιδεύει μαζί μου μέσα στο χρόνο, με σημάδεψε έντονα. Αργότερα, ταξίδεψα την Εύβοια από το βορρά μέχρι το νότο και συνειδητοποίησα ότι είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, όντας τόσο κοντά στο κέντρο και στην εξουσία των Αθηνών και συνάμα σε μια άγονη γραμμή, σα να είναι στο περιθώριο.

Αυτό είναι κοινή διαπίστωση. Τι πιστεύετε ότι έφταιξε;

2.500 χρόνια πριν, οι Αθηναίοι κέρδισαν τον πόλεμο με τους Σπαρτιάτες και οι Χαλκιδαίοι είχαν συμμαχήσει με τους ηττημένους. Τιμωρήθηκαν ταπεινωτικά γι’ αυτό. Πολύ αργότερα, το 1832, οι Ευβοείς ξεπουλήθηκαν, αφού δεν επαναστάτησαν για να διεκδικήσουν μια καλύτερη μεταχείριση. Έτσι παρέμεινε το νησί των μεγάλων τσιφλικιών και των πολλών μοναστηριών. Είμαστε ακόμα χρεωμένοι.

Τι γίνεται τώρα;

Φτιάχνουμε δρόμους. Πριν έναν περίπου μήνα πέθανε ο Νόελ Μπέικερ, ο οποίος με είχε συγχαρεί όταν αντιτάχθηκα στην κατασκευή της περιφερειακής οδού, στο δρόμο που συντομεύει τις αποστάσεις και τρέχουμε να σκοτωθούμε μεταξύ μας. Εμένα με ενδιαφέρει η διαδρομή, η απόλαυση του πήγαινε και το «σπεύδε βραδέως». Η Εύβοια το χάνει σιγά σιγά αυτό. Έπειτα, θέλανε να μας κάνουνε να δεχτούμε όλα τα απόβλητα της Αττικής, αλλά και από την υπόλοιπη Ελλάδα. Έχω κάνει αγώνες και για το Μαντούδι, του οποίου η καταστροφή ξεκίνησε από την εποχή του λευκόλιθου. Στην Κήρινθο θέλουν να κάνουν εργοστάσια στον τόπο που βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας πόλης. Εκεί οι κάτοικοι αντιδρούν, δεν τα γουστάρουν αυτά, αλλά στο όνομα της ανάγκης σιγά σιγά υποκύπτουν… Αισθάνομαι άσχημα όταν βλέπω να χάνεται η ομορφιά και η δόξα αυτού του τόπου. Ταξίδεψα με το φίλο μου τον Γιώργο Ντεγιάννη, που έχει γράψει και την ιστορία της Εύβοιας, νότια του νομού, πέρασα και από το «Αντιά» του Σταύρου του Ιωάννου και ένιωσα πως το νησί μας συνδέεται με το υπόλοιπο Αιγαίο από το νότο. Από την άλλη, εμείς στα βόρεια είμαστε στη σκιά του βουνού του Φιλοκτήτη, του τουριστικού Πηλίου. Πρέπει να υπερασπίσουμε το τόσο ιδιαίτερο νησί μας, γιατί είναι άλλη μία παράπλευρη απώλεια αυτής της ιστορίας που λέγεται Ελλάδα. Σε κάποια επίσκεψή μου στη βόρεια Ελλάδα ανακάλυψα ότι η Ξάνθη ήταν αποικία των Ιστιαίων, η Ξάνθεια. Πήγα στη Βουλγαρία και είδα ελληνικά αγάλματα, αλλά και νομίσματα από την Ιστιαία. Την «Πολυστάφυλο» Ιστιαία, κατά τον Όμηρο, στην οποία ανασκαφές δεν έχουν γίνει ακόμα. Υπάρχουν τάφοι εκπληκτικοί για τους οποίους κανείς δεν ενδιαφέρεται, εκτός φυσικά από τους αρχαιοκάπηλους.

Στο Πολυτεχνείο έδωσα τη δική μου φωνή να γίνει φωνή όλων των εξεγερμένων. Κουβαλώντας όλα τα βιώματά μου από την Εύβοια, θεωρώ ότι ήταν και η φωνή της Εύβοιας.

Πείτε μας για τη σχέση σας με τον Σκαρίμπα.

Όταν άκουσα για το έργο του «Ο ήχος του κώδωνος», την περίοδο της Δικτατορίας, αναρωτήθηκα αν πραγματικά υπήρχε κάποιος στην Εύβοια που να μπορεί να γράψει θέατρο. Είδα το έργο και λίγες μέρες αργότερα πήγα στη Χαλκίδα και τον βρήκα. Ο μπαρμπα-Γιάννης με είδε πιτσιρικάκι και μου μίλησε για πολλά. Μου έδωσε και τα βιβλία του, να τα διαβάσω. Ιδιαίτερα μου άρεσε το «Αλαλούμ». Ήταν από την Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος, αλλά τα περισσότερα από αυτά που έγραψε σχετίζονται με τον τόπο μας. Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού που βγάζω, τους «Πολίτες», δημοσιεύω ένα αδημοσίευτο διήγημα του Σκαρίμπα, το πρωτότυπο του οποίου θα βγει σε πλειστηριασμό.
Η Εύβοια, όμως, έχει και έναν άλλο μεγάλο ποιητή, που ελάχιστοι γνωρίζουν. Χαρακτηρίστηκε ακροδεξιός, εθνικιστής, χωρίς να το θέλει ή να το ξέρει, ίσως λόγω της αρχαιοελληνικής παιδείας που είχε. Ήταν ο Θανάσης Παπανικολάου-Αβέλλιος, φίλος μου που πέθανε πριν 2 χρόνια.

Τι χαρακτηρίζει το δικό σας συγγραφικό έργο;

Είναι ιστορικά βιώματα. Το δικό σας «αν» είναι σαν το «θα», το «υπέρ», το «κατά». Μου θυμίζει ένα βιβλίο μου που αρχικά είχα ονομάσει «Ανά, κατά, διά πυρός υπέρ». Κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Διά πυρός σιδήρου» και μετά με τον τίτλο «Οργισμένος άγγελος». Για την πατρίδα μου πιστεύω πως είμαι ένας οργισμένος άγγελος. Στο βιβλίο μου «Ο ήλιος του μουσείου» αναφέρομαι για άλλη μια φορά στην ιστορία της Εύβοιας, αλλά και στο τραγικό γεγονός του εμφυλίου με πρωταγωνιστή τον καπετάν-Ανάποδο. Ήταν ένα 24χρονο παιδί μετά τον Άρη Βελουχιώτη που δεν το έβαλε κάτω και τον κρεμάσανε στη Χαλκίδα σε ένα τρισκέλι για παραδειγματισμό. Για τον καπετάν-Ανάποδο έγραψα και το θεατρικό «Ο Νηρέας ο Βάρας», έργο που παίχτηκε και στο θέατρο Παπαδημητρίου. Στο «Ο άλλος Κεμάλ» αναφέρομαι στην προσφυγιά, μιας και στο χωριό μου, τον Άγιο Γεώργιο Ιστιαίας, υπήρχαν οι πανωμαχαλίτες και οι κατωμαχαλίτες, δηλαδή ντόπιοι και πρόσφυγες. Οι πρόσφυγες ήταν από την Καππαδοκία, τη Σινασό, την Τραπεζούντα, τη Θράκη. Η αδερφή του πατέρα μου είχε παντρευτεί πρόσφυγα, τον μπαρμπα-Σάββα τον Ποζαπαλίδη, ανοίγοντας το δρόμο σε μία συμφιλίωση που δεν ήταν εύκολη. Όταν γύρισα από το ταξίδι μου στην Τουρκία, όπου είχα πάει για να γράψω το «Ο άλλος Κεμάλ», ερχόντουσαν άνθρωποι στο χωριό μου και με ρωτούσαν αν είδα το σπίτι που άφησαν εκεί.

Σκαλίζοντας την Ιστορία, η θεματολογία σας δείχνει ανεξάντλητη…

Ένας μεγάλος, ο Πάνος ο Φούντας, έγραψε ένα εκπληκτικό βιβλίο με τίτλο «Η Ελλάδα σταυρώθηκε στη Βόρεια Εύβοια». Κουβαλάμε μια Ιστορία με ονόματα βαριά, όπως του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του Αγγελή Γοβιού, του Αλή Πασά. Σήμερα τους περισσότερους από αυτούς τους έχουμε κάπου στο περιθώριο. Τον «παγκόσμιο» Παπανικολάου τον έχουμε βάλει με μια προτομή, σε ένα απεριποίητο παρτέρι, στην είσοδο της πόλης.

Είναι λοιπόν οι ρίζες σας που σας οπλίζουν και σας οπλίσανε τις μέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου;

Στο Πολυτεχνείο έδωσα τη δική μου φωνή να γίνει φωνή όλων των εξεγερμένων. Κουβαλώντας όλα τα βιώματά μου από την Εύβοια, θεωρώ ότι ήταν και η φωνή της Εύβοιας. Ήταν και η φωνή της μάνας μου. Η Εύβοια με έχει τραυματίσει, αλλά και με έχει οπλίσει και μιλάω έτσι. Πονάω από ύπαρξη και μνήμη. Αν χαθούν αυτά, μένουμε στο να λέμε στα περιοδικά κουβέντες άδειες. Η ύπαρξη και η μνήμη είναι αντίσταση στο χρόνο, αλλά και σε κάθε μορφή εξουσίας. Είμαι σε έναν πόλεμο. Ευτυχώς υπάρχουν σύμμαχοι πολλοί, χρειάζεται όμως συντονισμός. Για να σώσουμε ό,τι μπορούμε από μνήμη, πολιτισμό, παράδοση. Αισθάνομαι τυχερός που έχω μια μάνα 92 χρονών που μου τραγουδάει ακόμα. Ετοιμάζω νέο θεατρικό, με αφορμή ένα τραγούδι που μου είπε. Ερχόταν από τα Άγραφα, από τα Γκράβαρα, και εκεί στο Λιδωρίκι, ένας λύκος άρπαξε το παιδί από την αγκαλιά της μάνας του. Το άκουσα και τραγουδισμένο από τον Μάρκο Βαμβακάρη. Χωρίς παράδοση, χωρίς μνήμη, είμαστε τίποτα, είμαστε ξεφυσούδια.

Αισθάνομαι άσχημα όταν βλέπω να χάνεται η ομορφιά και η δόξα αυτού του τόπου.

Αυτή η αγωνιστικότητα που σας διακατέχει είναι χαρακτηριστικό της γενιάς του Πολυτεχνείου;

Η δική μας η γενιά, η γενιά του Πολυτεχνείου, όπως τη λέτε, υπήρξε και δεν υπήρξε. Εγώ δεν καπηλεύομαι τον όρο «γενιά». Ο άνθρωπος που επαναστατεί δεν έχει ηλικία. Όποτε θέλουμε ανακτούμε τη νιότη μας και ανατρέπουμε το σύμπαν. Το Πολυτεχνείο δεν ανήκει σε κανένα. Δεν έχει ιδιοκτήτες. Ακόμα και αυτοί που το καπηλεύτηκαν ή το προδώσανε, χάσανε αμέσως ό,τι κερδίσανε. Το Πολυτεχνείο πέρα από ιστορικό γεγονός είναι και συμβολισμός, είναι και ορόσημο, είναι και σταθμός ανεφοδιασμού για τους μετέπειτα αλλά και γι’ αυτούς που το ζήσαν τότε, που γλείφουν τις πληγές τους και θέλουν να συνεχίσουν για κάτι που δεν πραγματώθηκε ποτέ. Πρέπει, λοιπόν, αυτοί που συνεχίζουν να έχουν γνώση και μνήμη, για να ξεκινήσουν από εκεί που δεν φτάσαν οι προηγούμενοι. Το Πολυτεχνείο είναι μια ιστορία παγκόσμια, ανήκει στο παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα.

Οι καθημερινές παγκόσμιες συγκρούσεις είναι μέρος αυτού του κινήματος;

Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Οι κοινωνίες είναι ταξικές. Όταν ένας πεινάει και βλέπει τον άλλο να τρώει, ξεσπάει. Δεν θέλω να το γενικεύσω, αλλά το πρόβλημα είναι παγκόσμιο. Παρόλα αυτά, εγώ εστιάζω πάντα στην ιδιαίτερή μου πατρίδα και μακριά από εμένα οι εθνικισμοί. Αν το πρόβλημα ενσωματωθεί στη φιλοσοφία και στην κουλτούρα του καθενός, δεν πρέπει να φοβόμαστε. Δεν μπορείς να φωνάζεις ότι θα υπερασπιστείς τον κόσμο άμα δεν μπορείς να σώσεις το σπίτι σου.

Ήδη, και ενώ μιλούσα, είχαν κιόλας αρπάξει δύο πιτσιρικάδες. Αν εγώ εκείνη τη στιγμή δεν αντιδρούσα έτσι, θα ξεπουλούσα το παρελθόν που μου χρεώνουν.

Εσείς, πάντως, εξακολουθείτε να φωνάζετε. Πρόσφατα απασχολήσατε και τα ΜΜΕ με τη στάση σας στα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά την παρουσίαση του βιβλίου του Χριστόφορου Κάσδαγλη, στα Εξάρχεια.

Η φωνή μου ξεκίνησε από τον Άγιο Γεώργιο της Ιστιαίας, για να γίνει η φωνή της Εύβοιας και η φωνή των εξεγερμένων – και μη φανταστείς ότι ήταν και πολλοί, 5.000-6.000. Αυτό με καταδυναστεύει, με κάνει να αισθάνομαι ένοχος, μα και υπόχρεος. Δεν μπορώ να το δεχτώ, αν δεν μπορώ να προχωρήσω παραπέρα. Όλος ο αγώνας μου εκεί επικεντρώνεται. Αν έγινα επίκεντρο ξανά πριν λίγες μέρες, ήταν λόγω της φράσης μου «βγάλε τη μάσκα, να δω το πρόσωπό σου, όπως βλέπεις εσύ εμένα». «Να δω τα μάτια σου, για να δω αν είσαι ένας ακόμα
υποψήφιος δολοφόνος». Αυτό τους πόνεσε πάρα πολύ εδώ στα Εξάρχεια, όταν 11 μήνες πριν, εδώ παραδίπλα, σκότωσαν έναν πιτσιρικά, τον Αλέξη Γρηγορόπουλο. Ήδη, και ενώ μιλούσα, είχαν κιόλας αρπάξει δύο πιτσιρικάδες. Αν εγώ εκείνη τη στιγμή δεν αντιδρούσα έτσι, θα ξεπουλούσα το παρελθόν που μου χρεώνουν. Χάρηκα που κανένα από τα ΜΜΕ δεν κατάφερε να γυρίσει την ιστορία και να μου «τη φέρει». Αισθάνθηκα σαν ένα από αυτά τα νέα παιδιά και αντέδρασα στην εξουσία. Συνειδητά αρνήθηκα να μιλήσω στα Μέσα, που με είχαν κατακλύσει τις επόμενες μέρες. Μιλάω σε εσάς, γιατί εκτιμώ πολύ τη δουλειά που κάνετε και γιατί είσαστε περιθώριο, και σαν περιθώριο μπορείτε να επιτεθείτε στο κέντρο.

Γιατί δεν γίνατε πολιτικός, κύριε Παπαχρήστο;

Κάποτε μου προτείνανε να κατέβω για νομάρχης και αρνήθηκα. Είχα πει ότι πρέπει να ρίξουμε τη γέφυρα, την οποία μάλιστα την έχει εγκαινιάσει ο Μητσοτάκης, και να γίνει η Εύβοια ανεξάρτητο κρατίδιο δίπλα στο κράτος των Αθηνών. Δεν ήξερα γιατί έγινα ποιητής, συγγραφέας. Τώρα συνειδητοποιώ ότι έγινα για να περάσω μέσα από την τέχνη του λόγου αυτά που δεν θα μπορούσα με την πολιτική. Πάντα πίστευα, και φυσικά ακόμα πιστεύω, ότι η τέχνη είναι ανατρεπτική, ότι μπορεί να μας κάνει να πεθάνουμε αξιοπρεπώς.

Μια αληθινή ιστορία…
Κάποτε, επί Χούντας, γνώρισα ένα παιδί, φοιτητή της Νομικής, μπάρμπας του οποίου ήταν βουλευτής από την Εύβοια. Κάποια φορά που πήγα στο σπίτι του παιδιού αυτού, η μητέρα του παιδιού, που ήταν αδερφή του βουλευτή, θέλησε να μου δώσει 500 δραχμές. Ο νεαρός, αν και ανήκε στην αστική τάξη, είχε επαναστατήσει και είπε στη μητέρα του ότι αυτό που έκανε ήταν προσβλητικό για μένα. Εκείνη του υπενθύμισε ότι στην Εύβοια είχαν 12.000 ψηφοφόρους, «πρόβατα» όπως χαρακτηριστικά είπε, και ότι μπορεί και η οικογένειά μου να ήταν μέσα σε αυτά. Το παιδί έσκισε το πεντακοσάρικο και μου ζήτησε συγνώμη. Αργότερα πρωτοστάτησε στα γεγονότα της Νομικής κατά της Χούντας με υπογραφές και «κατηγορήθηκε» ότι ήταν αριστερός. Το 1987 αυτοκτόνησε με το περίστροφο του πατέρα του…

Μοιραστείτε:  

Tags: